Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

βοῦς ὑφ' ἁμάξης

См. также в других словарях:

  • άμαξα — η (Α ἅμαξα και ἄμαξα) 1. τροχοφόρο που σύρεται από υποζύγια και χρησιμοποιείται για μεταφορά ανθρώπων ή πραγμάτων από τόπο σε τόπο (στα αρχ., ειδικότερα, ο σκελετός, το πλαίσιο τής άμαξας, το αμάξωμα πρβλ. και ἀπήνη) 2. φρ. «τού λέω (ή τού ψέλνω) …   Dictionary of Greek

  • όροφος — ο (Α ὄροφος) νεοελλ. 1. τμήμα οικοδομής ανάμεσα σε δύο οροφές, το οποίο αποτελείται από σύνολο δωματίων και διαμερισμάτων που έχουν στο ίδιο επίπεδο το δάπεδο και στο ίδιο ύψος την οροφή τους, πάτωμα κτηρίου 2. καθένα από τα τμήματα συστήματα… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»